Εὐβοικός

Εὐβοικός
Εὐβοϊκός , Εὐβοικός
as
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ευβοϊκός — ή, ό (ΑΜ εὐβοϊκός, ή, όν, Α και εὐβοεικός και εὐβοικός, ή, όν) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Εύβοια ή στους κατοίκους της 2. αυτός που προέρχεται από την Εύβοια ή χρησιμοποιείται σ αυτήν νεοελλ. φρ. «Ευβοϊκός Κόλπος» ο διπλός κόλπος που… …   Dictionary of Greek

  • ευβοϊκός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Εύβοια: Ευβοϊκός κόλπος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Νότιο Ευβοικός Κόλπος — Sp Pietų Eubòjos įlanka Ap Νότιο Ευβοικός Κόλπος/Notio Evvoikos Kolpos L Egėjo j., Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Εὐβοεικός — Εὐβοικός as masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐβοιίς — Εὐβοικός as fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐβοίδα — Εὐβοικός as fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐβοίδας — Εὐβοικός as fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐβοίδες — Εὐβοικός as fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐβοίδος — Εὐβοικός as fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εὐβοίς — Εὐβοικός as fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”